Μία τρύπα στον ουρανό
Πριν από είκοσι πέντε χρόνια η ανακάλυψη της τρύπας στη στιβάδα του όζοντος κυριάρχησε στο προσκήνιο της επικαιρότητας. Πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα από τότε; Ο Tim Harrison και ο Dudley Shallcross ερευνούν.
Μετάφραση από την Παρασκευή Θάνου
Ήταν ένα τυχαίο εύρημα, όπως θυμάται ο Jonathan Shanklin, ένας από τους ανθρώπους που ανακάλυψαν την τρύπα: έχοντας γίνει μέλος της ομάδας της Βρετανικής Έρευνας για την Ανταρκτική (British Antarctic Survey)w1 το 1977, υποτίθεται ότι έπρεπε να ψηφιοποιήσει την πληθώρα των καταγεγραμμένων μετρήσεων του όζοντος – μέχρι τότε, χειρόγραφες σημειώσεις. Όπως αποδείχθηκε, αυτό περιελάμβανε και την κρίσιμη δεκαετία, τη δεκαετία του 1970, όταν τα επίπεδα του όζοντος άρχισαν να πέφτουν.
Ήδη υπήρχε αυξανόμενη ανησυχία ότι οι χλωροφθοράνθρακες (CFCs) – οργανικές ενώσεις, όπως το τριχλωροφθορομεθάνιο (CFCl3) και το διχλωροδιφθορομεθάνιο (CF2Cl2), που τότε χρησιμοποιούνταν ευρέως ως ψυκτικά υγρά, προωθητικά αέρια (στα σπρέι) και διαλύτες – ίσως κατέστρεφαν τη στιβάδα του όζοντος. Για μία ημέρα ελεύθερης προσέλευσης επισκεπτών το 1983, ο Shanklin ετοίμασε ένα γράφημα – ως ειρωνεία της τύχης, για να δείξει ότι οι τιμές του όζοντος δεν ήταν διαφορετικές από τις αντίστοιχες είκοσι χρόνων πριν. Παρόλο που αυτό ήταν αληθές για τα συνολικά επίπεδα του όζοντος, παρατήρησε ότι οι ανοιξιάτικες τιμές ήταν χαμηλότερες από τον ένα χρόνο στον άλλο. Περαιτέρω μελέτες το επιβεβαίωσαν και το 1985 ο Shanklin και οι συνεργάτες του Joe Farman και Brian Gardiner δημοσίευσαν τα ευρήματά τους: κάθε άνοιξη του νότιου ημισφαιρίου, μία τρύπα στη στιβάδα του όζοντος απλωνόταν πάνω από την Ανταρκτική, είχε προκληθεί πιθανώς από τους CFCs και αυξανόταν διαρκώς (Farman et al., 1985).
Ποια είναι η χημεία πίσω από αυτό το φαινόμενο και γιατί η τρύπα του όζοντος είναι τόσο επικίνδυνη;
Διαβάστε όλο το άρθρο στο www.scienceinschool.org/